Μαρία Λουίζα

Μαρία Λουίζα
(Marie Luise, Βιέννη 1791 – Πάρμα 1847). Αυτοκράτειρα της Γαλλίας (1810) και κατόπιν δούκισσα της Πάρμα, της Πλακεντίας και της Γκουαστάλα. Ήταν κόρη του Φραγκίσκου A’ και της Μαρίας Θηρεσίας των Βουρβόνων, ενώ ανατράφηκε μέσα στην αντιγαλλική ατμόσφαιρα της αυστριακής αυλής. Το 1810 παντρεύτηκε τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη κυρίως για πολιτικούς λόγους. Από τον γάμο αυτό απέκτησε έναν γιο (1811), ο οποίος έλαβε τον τίτλο του βασιλιά της Ρώμης ως Ναπολέοντας Β’. Το 1813 έγινε αντιβασίλισσα, αλλά με τη σταδιακή πτώση του Ναπολέοντα η Μ.Λ. εγκατέλειψε τη Γαλλία και επέστρεψε στη Βιέννη, όπου το 1815 της παραχωρήθηκε το δουκάτο της Πάρμα και Πλακεντίας. Αφού διέκοψε κάθε δεσμό με τον σύζυγό της, το 1822 παντρεύτηκε τον κόμη του Νάιπεργκ, ο οποίος πέθανε το 1829. Εγκατέλειψε το δουκάτο κατά τις ταραχές του 1830-31 και μετά τον θάνατο του γιου της τον επόμενο χρόνο, παντρεύτηκε για τρίτη φορά το 1834 με τον κόμη του Μπομπέλ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Σπατζιάνι, Μαρία Λουίζα — (Spaziani). Ιταλίδα ποιήτρια και δημοσιογράφος (Τουρίνο 1924). Τα πρώτα ποιητικά της έργα Τα νερά του Σαββάτου και Άνοιξη στο Παρίσι εκδόθηκαν το 1954, όταν η Σ. είχε αναπτύξει δημοσιογραφική δραστηριότητα για την οποία είχε λάβει, το 1950, το… …   Dictionary of Greek

  • Βοναπάρτης — (Bonaparte). Εξελληνισμένο όνομα της οικογένειας Μποναπάρ, ιταλικής καταγωγής, πιθανώς από τη Λομβαρδία, που ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία και από τον 16o αι. στο Αιάκειο της Κορσικής. Έγινε διάσημη από τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Α’ …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • φίλιππος — I Όνομα 5 βασιλιάδων της Μακεδονίας. 1. Φ. A’. Γιος του Αργαίου και πατέρας του Αερόπου, τρίτος ή έκτος βασιλιάς της Μακεδονίας. Βασίλεψε από το 621 έως το 588 π.Χ., και έπεσε πολεμώντας εναντίον των Ιλλυριών. 2. Φ. B’. Πατέρας του Μεγάλου… …   Dictionary of Greek

  • Κάρολος — I (Charles). Όνομα επτά αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. 1. Κ. Α’. Βλ. λ. Καρλομάγνος. 2. Κ. Β’, ο Φαλακρός (Φρανκφούρτη 823 – Μπριντ λε Μπεν, Σαβοΐα 877). Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας (875 877). Ήταν υστερότοκος… …   Dictionary of Greek

  • Φερδινάνδος — I Όνομα 3 αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που ανήκουν στον οίκο των Αψβούργων. 1. Φ. A’ (Αλκαλά ντ’ Ενάρες 1503 – Βιέννη 1564). Γιος του Φιλίππου του Ωραίου και της Ιωάννας της Τρελής, έγινε αυτοκράτορας μετά την παραίτηση του… …   Dictionary of Greek

  • καρλουδοβίκη — η βοτ. γένος ξυλωδών φυτών, ιθαγενών τής τροπικής Αμερικής, τής οικογένειας κυκλανδίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. carludovica < Car olus «Κάρολος» + Ludovica «Λουδοβίκη» ή «Λουίζα». Το φυτό πήρε την ονομασία του από… …   Dictionary of Greek

  • Μπάνκροφτ, Αν — (Anne Bancroft, Μπρονξ 1931 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της ηθοποιού, σκηνοθέτη και σεναριογράφου Άννα Μαρία Λουίζα Ιταλιάνο (Anna Maria Louisa Italiano). Πολυβραβευμένη, αποφοίτησε μεταξύ άλλων και από το Actors studio. Αλλά και την Αμερικανική… …   Dictionary of Greek

  • Ναπολέων Α’, ο Μέγας — (Napoleon I Bonaparte, Αιάκιο, Κορσική 1769 – Αγία Ελένη 1821). Αυτοκράτορας των Γάλλων, δευτερότοκος γιος του Καρόλου Βοναπάρτη και της Λετίτσια Ραμορίνο. Αφού φοίτησε στις στρατιωτικές σχολές του Μπριέν, του Παρισιού και της Βαλάνς (όπου… …   Dictionary of Greek

  • Πάρμα — Πόλη της Ιταλίας, στην Eμίλια Ρομάνια, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (3.449 τ. χλμ.), σημαντικός οδικός και συγκοινωνιακός κόμβος. Παραδοσιακό οικονομικό και εμπορικό κέντρο της γόνιμης και εντατικά καλλιεργούμενης περιοχής της, παρουσίασε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”